Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
Διασχίσαμε τον πεζόδρομο γύρω από την Ακρόπολη και στο ύψος του Θησείου, μπήκαμε στα γραφικά στενάκια της περιοχής. Αφού περπατήσαμε για λίγα λεπτά, καταλήξαμε σ’ ένα εντυπωσιακό νεοκλασικό κτίριο, στο χώρο που ζει και εργάζεται ο εικαστικός, Αχιλλέας Δρούγκας. Καλλιτέχνης με σπουδές λιθογραφίας στο Λονδίνο, στο Slade School of Fine Arts, κοντά στους A. Gross και B. Dos Santos, με χαρακτικά που ξεχώρισαν και προωθήθηκαν από τη Redferm Gallery, Christie’s Contemporary και τις εκδόσεις Alecto, σε μεγάλα μουσεία της Ευρώπης. Δημιουργός με σπάνιο ταλέντο, αναγνωρισμένο σε διεθνές επίπεδο, στη χαρακτική αρχικά, και μετέπειτα με τις μεγάλες συνθέσεις του στη ζωγραφική.
Ο Αχιλλέας Δρούγκας μας υποδέχτηκε με ιδιαίτερη ευγένεια και μας ξενάγησε στο εργαστήριο του. Έργα κυρίως μεγάλων διαστάσεων αλλά και κάποια μικρότερα, γεμάτα από ζωντανά χρώματα , διαφόρων αποχρώσεων που διακατέχονται από φως αιθέριο και ελληνικό. Έργα ιδιαίτερης αισθητικής, συνθετικής και χρωματικής πανδαισίας, έντονης συνείδησης της ελληνικότητας με μοναδική αίσθηση του φωτορεαλισμού, που δεν στηρίζεται ωστόσο αποκλειστικά στη φωτογραφία. Θαυμάζοντας την πρωτότυπη ρεαλιστική ζωγραφική του Αχιλλέα Δρούγκα, διακρίναμε διάχυτη την οπτική της ψευδαίσθησης, τις κλασικές διαχρονικές αξίες της αρμονίας και της συμμετρίας, του κανόνα, της τάξης και του μέτρου, της σκηνικής παρουσίας και της χρωματικής πανδαισίας.
Ατενίζοντας τον βράχο της Ακρόπολης, το Αστεροσκοπείο και τον Λόφο του Λυκαβηττού, χαρήκαμε το απόγευμά μας, παρέα με τον καλλιτέχνη που απάντησε με ειλικρίνεια στις ερωτήσεις μας.
– Κύριε Δρούγκα, μιλήστε μας για τις θεματικές που έχετε καλύψει όλα αυτά τα χρόνια; Ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσής σας;
Η έμπνευσή μου και τα θέματα των πινάκων μου έρχονται από το περιβάλλον μου. Από ένα ηλιοβασίλεμα μέχρι ένα αφηρημένο ρούχο μπορεί να μου δημιουργήσει μια εικόνα. Τα πρώτα ζωγραφικά μου έργα ήταν από εικόνες εσωτερικών χώρων. Στρωμένα τραπέζια περιμένοντας τους ανθρώπους να καθίσουν. Ρούχα αφηρημένα, γραβάτες, πουκάμισα και γενικά αντικείμενα από το περιβάλλον μου. Αργότερα, ζωγράφισα έργα εμπνευσμένα από τους ελληνικούς μύθους. Δεν έκανα ποτέ εικονογράφηση του μύθου. Τα στοιχεία του μύθου ήταν συνήθως άνθρωποι ή αντικείμενα περασμένα από τον Ευρωπαϊκό Νεοκλασικισμό.
«Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΜΟΥ ΝΑ ΖΩΓΡΑΦΙΣΩ ΕΝΑΝ ΠΑΝΘΗΡΑ, ΑΥΤΟ ΤΟ ΟΜΟΡΦΟ ΖΩΟ, ΜΕ ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΕ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΠΙΝΑΚΕΣ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΔΙΟΝΥΣΟ”
– Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τα σύμβολα που χρησιμοποιείτε στους πίνακές σας;
Χρησιμοποιώ σύμβολά που διατηρήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων, στοιχεία κάποιων μύθων, χωρίς να τον περιγράφουν επ’ ακριβώς. Στην «Εκλογή του Πάριδος», για παράδειγμα, ένα αντρικό γυμνό, καθισμένο σε ένα νεοκλασικό ανάκλιντρο, δείχνει ένα μπούστο της Αφροδίτης της Μήλου. Ένα χρυσό μήλο είναι αφημένο στο πρώτο πλάνο του πίνακα. Έτσι, έχουμε την θεά Αφροδίτη περασμένη από τους αιώνες. Στο έργο υπάρχουν τα στοιχεία του μύθου χωρίς να τον περιγράφουν απόλυτα.
Αργότερα στον «Ενδυμίωνα», ένας ωραίος βοσκός, που τον ερωτεύτηκε η Άρτεμις-Σελήνη και ζήτησε από τον Δία να τον κάνει αθάνατο, κοιμάται τον αιώνιο ύπνο. Η Σελήνη όμως που δεν είναι η Άρτεμις, που τον επισκεπτόταν και του φιλούσε Ο Δίας από ζήλια τον αφήσει να κοιμάται για πάντα τον αγέραστο ύπνο. Ο μύθος του αποτελεί μια αλληγορία του μύθου του ύπνου και του θανάτου. Η επιθυμία μου να ζωγραφίσω έναν πάνθηρα, αυτό το όμορφο ζώο με οδήγησε σε μια σειρά από πίνακες με θέμα τον Διόνυσο. Στην αρχαία εποχή, ο πάνθηρας ήταν ακόλουθος και σύμβολο του Διονύσου.
Ζωγράφισα λουλούδια γιατί μπορούσα να χρησιμοποιήσω τα χρώματα τους, όπου ήθελα μέσα στον πίνακα. Μέσα σε διαφανή βάζα, αφηρημένα πάνω σε τραπέζια, μπροστά σε θάλασσες και ωκεανούς. Η αστραπή είναι ένα φυσικό στιγμιαίο και σχεδόν δεν προλαβαίνεις να το δεις. Την ζωγράφισα σε πολλά έργα μου, γιατί θέλω να την κάνω να διαρκεί για πάντα.
«Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΤΕΧΝΗ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΔΕ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΝΑ ΣΟΚΑΡΕΙ ΤΟΝ ΘΕΑΤΗ. ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΣΟΚΑΡΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΑΠΟ ΤΙΠΟΤΕ”
– Τι μηνύματα θέλετε να περάσετε με την δουλεία σας; Τα οπτικοποιείτε κατά κάποιο τρόπο;
Σε όλη μου τη δουλειά, ήθελα να δείξω ότι η ομορφιά μπορεί να υπάρχει ακόμα και σε μια τέχνη που λέγεται σύγχρονη και σκοπός δε είναι μόνο να σοκάρει τον θεατή. Είναι γεγονός ότι κανείς δεν σοκάρεται πλέον από τίποτε. Η ομορφιά είναι διαχρονική και μπορεί κανείς να την παρουσιάσει με έναν νέο και φρέσκο τρόπο. Θέλοντας να ξορκίσω αυτή την θεώρηση διάλεγα να ζωγραφίζω όμορφα θέματα, όπως ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα, ένα όμορφο λουλούδι, ένα ωραίο κορμί. Προσωπικά, θα ήθελα στην ζωγραφική μου να ξαναδώσω στους ανθρώπους και στα αντικείμενα την χαμένη τους αξιοπρέπεια και να δημιουργήσω την προσωπική μου ποίηση.
– Δηλαδή θεωρείτε την ζωγραφική ποίηση;
Βέβαια, η ζωγραφική είναι ποίηση. Έτσι θέλησα να δημιουργήσω την προσωπική μου χροιά, όχι από ματαιοδοξία αλλά από αγάπη προς την ομορφιά. Βλέπω την ζωγραφική από την πλευρά του καλλιτέχνη, σαν τον ποιητή που χρησιμοποιεί τις λέξεις και με τον τρόπο που κάνει συνειρμούς δημιουργεί το προσωπικό του ύφος. Έτσι κι εγώ χρησιμοποιώ τα διάφορα στοιχεία του πίνακα, σαν τις λέξεις ενός ποιήματος. Αυτό γίνεται συνήθως με μια θεατρικότητα. Ο πίνακας μοιάζει για μένα με σκηνή θεάτρου.
– Αγαπήσατε τόσο πολύ την σκηνογραφία. Γιατί δεν ασχοληθήκατε ποτέ μ’ αυτήν;
Σπούδασα σκηνογραφία μαζί με την χαρακτική στην Σχολή Καλών Τεχνών. Ο σκοπός μου ήταν να γίνω σκηνογράφος. Γιατί δεν έκανα ποτέ σκηνογραφίες, δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω. Ίσως επειδή έμαθα να δουλεύω απόλυτα μόνος και όχι συλλογικά όπως είναι απαραίτητο σ’ ένα θεατρικό έργο.
– Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία σίγουρα θα θυμούνται την παλιά διακόσμηση της καφετέριας στο ξενοδοχείο Athenaeum InterContinental. Θα θέλατε να θυμηθείτε μαζί μας πως είχε προκύψει αυτή η δουλειά σας;
Το 1982 ο παλιός μου φίλος, Δάκης Ιωάννου μου παρήγγειλε ένα μεγάλο έργο ζωγραφικής μήκους 45 μέτρων για τη διακόσμηση του «καφέ Πέργκολα» του Ξενοδοχείου Athenaeum InterContinental. Έκανα μια σειρά από ασύμμετρα πανό που ακολουθούσαν τον τοίχο. Το «concept» ήταν οι επισκέπτες του καφέ να αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε κλειστό κήπο, που από την μία πλευρά ήταν το έργο και από την άλλη η τζαμαρία με τους καταρράκτες.
– Μιλήστε μας για τη γνωριμία σας και τη συνεργασία σας με τον Γιάννη Τσαρούχη.
Γνώριζα τον Γιάννη Τσαρούχη όπως σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες της γενιάς μου. Ο Τσαρούχης είχε φιλοτεχνήσει μερικές ακουαρέλες για την φίλη του, Τίγκη Γκίκα, μια συλλογή ποιημάτων με τίτλο «η δίψα του καλαμιού». Ήθελε έναν χαράκτη να τυπώσει αυτά τα σχέδια σε χαρτί χειροποίητο και για λίγα αριθμημένα αντίτυπα. Ο Βασίλης Βασιλειάδης, δάσκαλός μου στη σκηνογραφία με πρότεινε γι αυτήν την δουλειά. Τον συνάντησα στο ατελιέ του, στην Αναγνωστοπούλου με μεγάλο δέος. Ο Τσαρούχης την εποχή εκείνη μεσουρανούσε. Έφτιαχνε σκηνικά και κοστούμια για την Κάλας, συνεργαζόταν με τον Τζεφιρέλι… Γίναμε φίλοι και πήρα πολλά παρακολουθώντας τον να ζωγραφίζει, Θυμάμαι ότι για πολλά χρόνια του μιλούσα στον πληθυντικό.
– Τα έργα σας συνεχίζονται στην κορνίζα. Είστε εναντίον της κορνίζας;
Δεν είμαι εναντίον της κορνίζας φυσικά, αρκεί να συνδυάζεται αρμονικά με ένα έργο. Σε πολλά έργα μου βάζω κορνίζες. Ζωγραφίζω την κορνίζα θέλοντας να δώσω την αίσθηση της τρίτης διάστασης και του tromp l’ oeil, θέλοντας να φαίνεται ότι βγαίνει μέσα από τον πίνακα και πλησιάζει τον θεατή.
– Μιλήστε μας για την τελευταία σας δουλειά και για τα στοιχεία που έχετε δώσει έμφαση;
Στην τελευταία μου δουλειά το «concept», η έννοια είναι ο κύριος στόχος του πίνακα. Η χρωματική αρμονία, η σύνθεση, η «ζωγραφικότητα» δεν είναι ο κύριος σκοπός. Το φόντο είναι ο συνήθως παραλλαγή του ίδιου σκούρου μπλε και μπροστά σ αυτό στέκουν αντικείμενα ή ανθρώπινα μέλη, που συντελούν στη δημιουργία ενός θέματος ή είναι αποτέλεσμα μιας ανθρώπινης πράξης. Θα ονόμαζα αυτήν την σειρά «χειρονομίες». Η τεχνική του tromp l’ oeil και της ζωγραφισμένης κορνίζας μεγαλώνει την αίσθηση της τρίτης διάστασης και το αποτέλεσμα μοιάζει με κατασκευή.
*Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην «axianews”